Τι είναι η γυναικεία σεξουαλική διαταραχή επιθυμίας/διέγερσης;
Η σεξουαλική επιθυμία στις γυναίκες αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία που επηρεάζεται από σωματικούς, ψυχολογικούς και διαπροσωπικούς παράγοντες. Όταν η επιθυμία αυτή απουσιάζει ή μειώνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα και συνοδεύεται από έντονη προσωπική δυσφορία, τότε μιλάμε για σεξουαλική διαταραχή επιθυμίας/διέγερσης (SIAD).
Η συγκεκριμένη διαταραχή είναι ευρύτερα διαδεδομένη από ό,τι θεωρείται. Έρευνες δείχνουν πως ένα σημαντικό ποσοστό γυναικών βιώνει προβλήματα επιθυμίας, συχνά χωρίς να ζητά θεραπεία, είτε λόγω αμηχανίας είτε λόγω έλλειψης ενημέρωσης για τις διαθέσιμες επιλογές.

Πώς εξηγείται η μειωμένη επιθυμία από την ψυχολογική οπτική;
Οι θεωρίες γύρω από τη γυναικεία σεξουαλικότητα περιγράφουν πως η επιθυμία επηρεάζεται όχι μόνο από βιολογικούς αλλά και από νοητικούς και συναισθηματικούς παράγοντες. Αρνητικές σκέψεις κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης, συγκρίσεις, ανησυχίες για την εμφάνιση ή για την απόδοση, αλλά και εμπειρίες άγχους ή τραύματος, μπορεί να διαμορφώνουν έναν φαύλο κύκλο αποχής και απογοήτευσης.
Δύο βασικές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις έχουν αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια ως αποτελεσματικές:
- Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT), η οποία εστιάζει στην αναγνώριση και τροποποίηση αρνητικών σκέψεων.
- Η θεραπεία βασισμένη στην ενσυνειδητότητα (MBT), η οποία ενισχύει την παρούσα επίγνωση και την αποδοχή του σώματος χωρίς επικριτική διάθεση.
Το eSense: Μια νέα ψηφιακή παρέμβαση
Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε η ψηφιακή πλατφόρμα eSense, με στόχο να προσφέρει ψυχολογική υποστήριξη σε γυναίκες με χαμηλή σεξουαλική επιθυμία, εξ αποστάσεως και με διακριτικότητα.
Η πλατφόρμα περιλαμβάνει 8 ενότητες που αναπτύσσονται σταδιακά σε διάρκεια 8 έως 12 εβδομάδων. Το περιεχόμενο βασίζεται στις αρχές της CBT και της MBT και περιλαμβάνει ενημερωτικά κείμενα, ασκήσεις, βίντεο και τεχνικές διαχείρισης σκέψεων, συναισθημάτων και αντιδράσεων.
Η χρήση του eSense είναι αυτόνομη, ωστόσο οι συμμετέχουσες λαμβάνουν υποστήριξη από ειδικά εκπαιδευμένους “navigators”, που είναι φοιτητές ψυχολογίας. Ο ρόλος τους δεν είναι θεραπευτικός, αλλά ενισχύει τη συμμόρφωση και την κατανόηση του περιεχομένου.
Η μελέτη: Δομή και αποτελέσματα
Η αποτελεσματικότητα της πλατφόρμας αξιολογήθηκε σε μια καλά σχεδιασμένη τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή, στην οποία συμμετείχαν 129 γυναίκες με SIAD. Οι συμμετέχουσες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες: CBT, MBT και ομάδα ελέγχου.
Τα αποτελέσματα ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Και οι δύο παρεμβάσεις οδήγησαν σε σημαντική βελτίωση της σεξουαλικής επιθυμίας και μείωση της δυσφορίας που σχετίζεται με τη σεξουαλική λειτουργία. Επίσης, παρατηρήθηκε αύξηση της συνολικής σεξουαλικής ικανοποίησης. Η πρόοδος αυτή παρέμεινε και σε επαναξιολόγηση μετά από 6 μήνες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλειονότητα των συμμετεχουσών ολοκλήρωσε τουλάχιστον έξι από τις οκτώ ενότητες, κάτι που επιβεβαιώνει τη λειτουργικότητα και την αποδοχή της πλατφόρμας.

Συγκριτικά: CBT ή MBT;
Τα αποτελέσματα των δύο θεραπευτικών προσεγγίσεων ήταν συγκρίσιμα. Ωστόσο, παρατηρήθηκε μια ελαφρώς μεγαλύτερη αύξηση της σεξουαλικής ικανοποίησης στην ομάδα της MBT. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να σχετίζεται με την ενίσχυση της αλληλεπίδρασης με το σώμα και τη μείωση των προσδοκιών απόδοσης, που ενισχύονται μέσω της ενσυνειδητότητας.
Δείτε επίσης: Οργασμός και ικανοποίηση από τη σεξουαλική σχέση: Νέα δεδομένα
Τι ανέφεραν οι συμμετέχουσες για την εμπειρία τους
Η συνολική εμπειρία των γυναικών που συμμετείχαν στην παρέμβαση χαρακτηρίστηκε θετικά. Οι περισσότερες ανέφεραν ότι το περιεχόμενο ήταν κατανοητό και ρεαλιστικό, ενώ η ευελιξία του ψηφιακού προγράμματος διευκόλυνε τη συμμετοχή τους, χωρίς πίεση χρόνου ή έκθεση.
Αν και ορισμένες συμμετέχουσες ανέφεραν ότι δυσκολεύτηκαν με τον ρυθμό ολοκλήρωσης των ενοτήτων, η ύπαρξη “navigator” βοήθησε σημαντικά στο να παραμείνουν συνεπείς και να αισθάνονται υποστηριγμένες. Η απουσία ψυχολογικού στίγματος, λόγω της online φύσης του προγράμματος, αποτέλεσε επιπλέον παράγοντα ενίσχυσης της αποδοχής.
Πλεονεκτήματα της ψηφιακής παρέμβασης
Η ψηφιακή προσέγγιση θεραπείας, όπως το eSense, έρχεται να καλύψει ένα κενό σε έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο τομέα: τη γυναικεία σεξουαλική υγεία.
Ορισμένα βασικά πλεονεκτήματα περιλαμβάνουν:
- Πρόσβαση χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς
- Απόλυτη διακριτικότητα και ανωνυμία
- Χαμηλό κόστος συγκριτικά με συμβατική θεραπεία
- Αυτονομία και ευελιξία στον ρυθμό συμμετοχής
Αυτά τα στοιχεία καθιστούν το eSense ένα προσβάσιμο εργαλείο, ιδανικό για γυναίκες που αποφεύγουν ή αδυνατούν να επισκεφθούν θεραπευτή λόγω χρόνου, κόστους ή κοινωνικού ταμπού.
Δείτε επίσης: Αυτά τα Φαγητά Ανεβάζουν τη Λίμπιντό σου Στα Ύψη – Τι Πρέπει να Τρως!
Προκλήσεις και περιορισμοί
Παρά τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, υπάρχουν ορισμένοι περιορισμοί. Το πρόγραμμα, αν και αποτελεσματικό, δεν αντικαθιστά τη θεραπεία από επαγγελματία σε πιο σύνθετες περιπτώσεις που συνοδεύονται από τραύμα, διαταραχές σχέσεων ή σοβαρή ψυχική επιβάρυνση.
Επιπλέον, το γεγονός ότι η πλειοψηφία των συμμετεχουσών ήταν γυναίκες με καλή εκπαίδευση και ψηφιακή εξοικείωση, περιορίζει την καθολικότητα των συμπερασμάτων.
Προοπτικές και επόμενα βήματα
Το eSense αποτελεί ένα από τα πρώτα ψηφιακά εργαλεία που συνδυάζουν δύο επιστημονικά τεκμηριωμένες προσεγγίσεις (CBT & MBT) σε οργανωμένο ψηφιακό περιβάλλον. Η επιτυχία του δείχνει ότι παρόμοια εργαλεία θα μπορούσαν να αναπτυχθούν και για άλλες σεξουαλικές ή ψυχολογικές δυσκολίες.
Οι ερευνητές επισημαίνουν την ανάγκη περαιτέρω μελετών με ευρύτερους πληθυσμούς, αλλά και την προσαρμογή του εργαλείου σε άλλες γλώσσες και πολιτισμικά πλαίσια.

Ένα ακόμη εργαλείο στη φαρέτρα μας
Η σεξουαλική επιθυμία δεν είναι πολυτέλεια ούτε ντροπή – είναι σημαντικός δείκτης ευεξίας και ψυχικής ισορροπίας. Το eSense αποδεικνύει ότι η τεχνολογία μπορεί να αποτελέσει σύμμαχο και σε αυτόν τον τομέα.
Πηγή: ScienceDirect